Σάββατο 3 Μαρτίου 2007

«Εκείνη» (η ζωή μας)


(η συνέχεια και το τέλος)
Όταν αποφασίσαμε να δώσουμε το οικόπεδο αντιπαροχή, εμείς είχαμε ήδη δύο χρόνια εγκαταλείψει το σπίτι της και είχαμε μετακομίσει στη πολυκατοικία που κτίστηκε σε προικώο της οικόπεδο απέναντι από το δικό της σπίτι. Βλέπετε, γρήγορα κατάλαβα ότι δεν ήθελε κανένα από τα παιδιά της να μείνει στο σπίτι της.

Φεύγοντας από εκεί, πήρα στο καινούργιο μας σπίτι αρκετά από τα έπιπλα της, που κατά ένα περίεργο τρόπο βρήκαν τη θέση τους χωρίς να χρειαστεί αυτή φορά κάποια να φύγουν για να χωρέσουν τα άλλα. Έτσι ο κομμός με τα ασπρόρουχα της προίκας της μαζί με τα ασπρόρουχα της δικής μου προίκας μπήκε στη ροζ κρεβατοκάμαρα και αυτή τη φορά χώρεσαν όλα με ένα μαγικό τρόπο. Ή σχεδόν όλα. Τα καλά τραπεζομάντιλα και των δυο μας δεν χωρούσαν. Το πρόβλημα λύθηκε όταν ανακάλυψα ότι ο χώρος τους ήταν στον παλιό μπουφέ της μαζί με τα καλά γυαλικά. Εκεί που η ίδια παλιά αντί για αυτά είχε όλα τα έγγραφα της οικογένειας, συμβόλαια και άλλα τέτοια φύσης δημόσια έγγραφα. Όταν αδειάσαμε τα συρτάρια μια χαρά μπήκαν τα καλά μας τραπεζομάντιλα. Έτσι ενώ ο παλιός μπουφές δεν ήταν μέσα στα σχέδια μας με το έτσι θέλω και ελέω τραπεζομάντιλων ήρθε και διάθεση να φύγει δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα.

Οι μεγάλες πολυθρόνες του σαλονιού της μετακόμισαν και αυτές μαζί μας. Λόγω του όγκου τους αποφασίσαμε η μια να μείνει στο καθιστικό και η άλλη να μπει στην μπλε κρεβατοκάμαρα, η οποία ήθελε δεν ήθελε φορτώθηκε την κρεβατοκάμαρα της. Απόφαση η οποία οφείλω να ομολογήσω ότι πάρθηκε υπό το κράτος έντονης μεγαλομανίας εκ μέρους μου, μιας και όποιος την έβλεπε την αντιμετώπιζε ως έργο τέχνης.
Γρήγορα μας έγινε αντιληπτό ότι για να κρατήσουμε την κρεβατοκάμαρα η πολυθρόνα έπρεπε να φύγει από το δωμάτιο. Τι σκοντάφταμε επάνω της χωρίς προφανή λόγο και αιτία, τι τα παιδιά σε αυτήν επέλεγαν κρυφά να χοροπηδάνε με τα γνωστά αποτελέσματα, τι και παίρνω όρκο, αργά μα σταθερά η πολυθρόνα υπερπηδούσε τα εμπόδια και πλησίαζε όλο και περισσότερο την πόρτα, χωρίς κανείς μας να αντιλαμβάνεται πως το κάνει, μέχρι που είδαμε και αποείδαμε και την φέραμε στο καθιστικό που ως δια μαγείας χωρίς ιδιαίτερες μετατροπές η πολυθρόνα βρήκε τη θέση της.
Τρεις από τους πίνακες τελικά έφτασαν στο σπίτι και έμειναν μετά από πολλές δοκιμές. Και αυτοί ήταν και οι μόνοι από τη μεγάλη συλλογή του σπιτιού της σε πίνακες, που είχε και η ίδια κρεμάσει στο σπίτι της.

Η πολυθρόνα της, ένα έργο τέχνης αυτή και η αδελφή της (η πολυθρόνα εννοώ) και τις οποίες χρόνια έλεγε ότι ανήκουν στον καλό μου, για το γραφείο του, τα μόνα σίγουρα έπιπλα που ήταν αδιαπραγμάτευτα για όλους, με ένα μυστήριο τρόπο έφυγαν από την κατοχή μας.

Τα παλιά βιβλία μπήκαν στη δικιά μου βιβλιοθήκη και το χώμα από τις γλάστρες της μεταφέρθηκε σε καινούργιες γλάστρες στο σπίτι των γονιών μου. Η αδελφή της μου είπε ότι ποτέ ακόμα και τα φυτά που η ίδια μεταφύτευε και χάριζε δεν είχαν ανθίσει σε άλλο σπίτι πέρα από το δικό της. Σήμερα τα κυκλάμινα μοιάζουν να μην έχουν πάρει είδηση τη μετακόμιση ανθίζοντας σχεδόν όλο το χρόνο και το φούλι από το Μάη και μετά κάνει την γειτονιά στο πατρικό μου να μοσχοβολάει.

Το βράδυ πριν έρθουν οι μπουλντόζες για να γκρεμίσουν το σπίτι της την είδα στον ύπνο μου. Ντυμένη με ένα από τα φορέματα που είχα βρει στη βαλίτσα στο υπόγειο, το γαλάζιο εμπριμέ με την γαλάζια μεταξωτή φόδρα και την φαρδιά ζώνη. Τα μαλλιά της μαύρα γυαλιστερά με χτένισμα εποχής και φορούσε και μια από εκείνες τις λουλουδιαστές λευκές ποδιές με τα βολάν. Καθόμουν στη πίσω βεράντα με όλα τα παιδιά της οικογένειας και τα κοιτούσαν που έκαναν ποδήλατο. Τότε βγήκε, σαν βγαλμένη από διαφήμιση της δεκαετίας του ’60, από αυτές με τις ατσαλάκωτες νοικοκυρές και μου φώναξε «Μην ξεχάσεις να πληρώσεις και να πάρεις την εικόνα του Αϊ Λια που είχα παραγγείλει», με αυτή τη φωνή των μανάδων όταν μας ζητούσαν να τους ψωνίσουμε κάτι οπωσδήποτε. Ξύπνησα με την αίσθηση ότι έπρεπε να κάνω ότι μου είπε. Πήρα τηλέφωνο τη μαμά μου η οποία και είχε πακετάρει τις εικόνες της και τη ρώτησα εάν υπήρχε καμία εικόνα του Αϊ Λια σε αυτές που μάζεψε. Μου απάντησε ότι δεν θυμόταν να είχε δει κάποια, αλλά ο μπαμπάς μου που μας άκουσε είπε, ότι πράγματι υπήρχε μια μεγάλη χειροποίητη εικόνα του Αγίου μαζί με τις άλλες. Του ζήτησα να την βρει και να μου την φέρει και πήρα τηλέφωνο την αδελφή της και της διηγήθηκα το όνειρο. Την ήξερε αυτή την εικόνα πολύ καλά. Ο πατέρας τους την είχε φτιάξει, γιατί όταν γεννήθηκε "εκείνη" οι γιατροί είχαν πει ότι θα πέθαινε έτσι που δεν έτρωγε τίποτα. Ο πατέρας της για κάποιο λόγο, που η θεία δεν ήξερε να μου πει, την «έταξε» στο Αϊ Λιά και έφτιαξε αυτήν την εικόνα σε ένδειξη της ευγνωμοσύνης του στον Άγιο. Έτσι ήρθε σπίτι και η εικόνα η οποία, τι περίεργο, επέλεξε την μπλε κρεβατοκάμαρα για να μείνει. Η πιο πεζή εξήγηση είναι ότι ταίριαζε περισσότερο στα χρώματα της μπλε κρεβατοκάμαρας, αλλά εμένα μου αρέσει να πιστεύω την πρώτη.

Έζησα μαζί της μόνο οκτώ μήνες, όμως τη νοιώθω σαν κομμάτι από τη ζωή μου. Έμαθα στα παιδιά να την αγαπάνε. Η Νερίνα, παρόλο που «εκείνη» πέθανε δέκα περίπου μέρες πριν γεννηθεί, καμαρώνει στη Νάσια, γιατί αυτή την γνώρισε τη γιαγιά της, Η Νάσια πάλι από τη μέρα που της έμαθα αυτό, που και εγώ έμαθα από τη γιαγιά μου, για τις μικρές πεταλουδίτσες που μπαίνουν τα βράδια στο σπίτι, ότι δηλαδή αυτές είναι οι ψυχές αυτών που έφυγαν που μας κάνουν επίσκεψη, με μια μικρή επέκταση στο πλαίσιο ώστε να συμπεριλάβει όλες τις πεταλούδες όπου και να τις δει, έλυσε το πρόβλημα, το οποίο το έχουν πια μόνο όσοι τύχουν να είναι δίπλα στη πεταλούδα και ακούν μια μικρή να λέει «γεια σου γιαγιά Ελένη» και ψάχνονται. Για τη Νερίνα η γιαγιά της βοήθησε να μην φοβάται τις νύχτες χωρίς φεγγάρι που μικρή την τρόμαζαν. Οι νύχτες χωρίς φεγγάρι είναι ακόμα μια ευκαιρία για να συναντηθεί με τη γιαγιά της και όχι μόνο.

Υ.Γ. Οι τέσσερεις ιστορίες γράφτηκαν χωρίς προφανή λόγο και σίγουρα δεν αποτελούν μυθιστορηματική εξιστόρηση γεγονότων. Είναι μια ακριβής καταγραφή όσων έζησα και όσων ένοιωσα ζώντας μαζί της. Το ότι συνεχίζω να τα θυμάμαι και να έχω για αυτά ακόμα τα ίδια συναισθήματα είναι και η μόνη απόδειξη που έχω ότι έτσι ακριβώς έγιναν. Αφορμή για να γραφούν υπήρξε ένα ποστ εδώ. Την ώρα που το διάβαζα μπήκε ο πατέρας μου φέρνοντας τα πρώτα κυκλάμινα. Και σχεδόν χωρίς να το καταλάβω ξεκίνησα να γράφω. Και χωρίς πάλι να μπορώ να εξηγήσω γιατί σταματάω εδώ. Έτσι κι αλλιώς έτσι ήταν και εκείνη. Με μια ζωή που φαινομενικά οι άλλοι της έβαζαν τα όρια εγώ συνεχίζω να πιστεύω ότι εκείνη ήταν που αποφάσιζε.


12 σχόλια:

kerasia είπε...

Καλησπέρα θεά μου. Το μόνο που θέλω να πω είναι ότι το μοιράστηκα και παρότι μου είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαβάζω μεγάλα κείμενα το διάβασα νοιώθοντας αυξανόμενη έλξη.

Ανώνυμος είπε...

Τωρα να πω οτι δεν ηθελα να τελειωσει?
Περιμενα την συνεχεια και ενοιωθα
Ευχαριστω γι αυτο το ταξιδι ειλικρινα
Γιωτα

just me είπε...

Τομή και καμάρι στην πένα σου (στο πληκτρολόγιό σου) θα ήταν αν αποτελούσε μυθιστορηματική αφήγηση, ακόμη καλύτερα για σένα και για μας που αποτελεί εξιστόρηση της πραγματικοτητας. Αυτό που έχετε μερικές υπάρξεις, να κάνετε λογοτεχνία πρόσωπα και πράγματα της αληθινής ζωής, το ζηλεύω περισσότερο και από την επινοημένη συγγραφική έμπνευση. Και ξαναλέω: έχω άδικο που σε αποκαλώ Νεράιδα;

ΥΓ1. Το σπίτι και κυρίως ο κήπος "της" υπήρξε, ως εικόνα, η προνομιακή σκηνή των εφηβικών και πρώιμων νεανικών φαντασιώσεών μου. Κι ίσως ακόμη οι φαντασιώσεις μου διατηρούν την "πράσινη υγρασία" των σκιερών πίσω κήπων.


Καλό σου βράδυ του Σαββάτου.

Mh Xeirotera είπε...

Αχ! πεταλούδα που πετάς
πάνω απ' τη λύπη,
κι απ' όσους έρωτες ρωτάς
κανείς δε γνώρισε θεό...

Αχ! πεταλούδα της φωτιάς
δυο μαύροι κήποι,
για να νυχτώσει η χαρά
κι η στάχτη απ' τα φτερά.

Λίνα Νικολακοπούλου

nyctolouloudo είπε...

''ζηλέυω'' που είχες, έχεις κάποιους/κάτι που σε αγαπάνε/αγαπάς....

Ανώνυμος είπε...

Kalημερα Καλη εβδομαδα!
Γιωτα

ralou είπε...

Καλημέρα.

Φωτούλα Τζιώντζου είπε...

Καλημέρα σε όλους και χαίρομαι που μαζί σας το ξανάκαναμε αυτό το ταξίδι (εγώ και η Ελένη).

Ανώνυμος είπε...

Καθώς το Σαββατοκύριακο δεν είχα πρόσβαση στο internet παρά μέσω κινητού, αποφάσισα να κηρύξω μάταιη την προσπάθεια ανάγνωσης του κειμένου χωρίς καμία άνεση. Έτσι, το διάβασα σήμερα το πρωί από μία αξιοπρεπή οθόνη, πίνοντας καφέ με το παράθυρο ανοιχτό. Έτσι του έπρεπε, αναμφίβολα. Τόσο ευωδιαστό κείμενο είχα καιρό να διαβάσω. Καλημέρα και καλή εβδομάδα.

dodo είπε...

"...μια ακριβής καταγραφή όσων έζησα και όσων ένοιωσα ζώντας μαζί της".

Που διαβάζεται σαν εξαιρετικό παραμύθι...

Ανώνυμος είπε...

Τα κυκλάμινα είναι τόσο συγκινητικά.
Το ιδιο κι εσυ με τα κείμενα σου!
Ευχαριστώ!

Lost είπε...

Νερίνα, όμορφο. Ξεκίνησα το ΣΚ και ολοκλήρωσα σήμερα. Φιλί