Τετάρτη 27 Ιουνίου 2007

Μπρος γκρεμός και πίσω γκρεμός, συγνώμη θέατρο ήθελα να πω


Μέρος πέμπτο



Η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται,

το βράδυ απλά επαληθεύονται όλες οι προβλέψεις

Θα το πω έστω και με κίνδυνο να μου κόψει σχεδόν στο σύνολο της την καλημέρα η μπλογκόσφαιρα, αλλά εγώ τη Μελίνα δεν την αποδέχτηκα ποτέ. Από την άλλη το «Ποτέ την Κυριακή» υπήρξε μια από τις αγαπημένες μου ταινίες και η ατάκα περί του όλοι στο τέλος πήγαν μαζί στη θάλασσα αποτέλεσε και αποτελεί εδώ και χρόνια κομμάτι της φιλοσοφίας μου σχετικά με το ποια είμαι εγώ και που πάω. Εν καιρώ θα αναφερθώ στο σύνολο της κοσμοθεωρίας μου για να ακούνε οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεώτεροι.

Η μέρα λοιπόν έφτανε στο τέλος της. Τα γεμιστά είχαν φαγωθεί, το κείμενο είχε γραφτεί, εγώ είχα εκτονώσει σε μεγάλο σημείο την οργή μου να πω, το θυμό μου να πω, το αλλούτελα μου να πω, ότι και να πω λίγο είναι, στον τεχνοφρικ καλό μου, έστω και εάν αρνήθηκε να φορέσει το παπιγιόν για να μπορέσω να εκτονώσω και αισθητικά το ότι τέλος πάντων ένοιωθα και μετά από τέτοια ταραχή και στην υποθετική περίπτωση που θα είχα επιτρέψει να μου συμβεί κάτι τέτοιο στο παρελθόν η φυσιολογική κατάληξη θα ήταν η θάλασσα, όποια εποχή του χρόνου να ήταν και ότι καιρό και να είχε.

Αλλά όπως είπα στο παρελθόν και π.σ. & α.(προ σκασμένων και ανιψιών), γιατί το σήμερα έχει τη δικιά του διάσταση και τη δικιά του φιλοσοφία διαμορφώσει με μένα παντελώς απούσα από την διαδικασία διαμόρφωσης της. Τώρα πια είμαι μάνα και θεία. Στη θάλασσα πηγαίνω για να επιτελέσω το ρόλο μου ως τέτοια και όχι για να ξορκίσω τους δαίμονες μου. Και πως θα γινόταν αλλιώς άλλωστε αφού τους κουβαλάω μαζί μου και όχι μόνους αυτούς αλλά και τα δαιμονικά τους εξαρτήματα: κουβαδάκια, φτυαράκια, τσουγκρανίτσες, στρώματα, μπρατσάκια, σανίδες, μάσκες, βατραχοπέδιλα, ταπεράκια με φρούτα, μπισκότα, ψυγειάκι με γιαουρτάκια, σαντουιτσάκια, χυμούς, αμέτρητα μπουκάλια νερό, γυάλινα βαζάκια για τη συλλογή κοχυλιών, αμέτρητες πετσέτες, όλη τη συλλογή μαγιό και των τεσσάρων με όλα τα ανάλογα παρεό, ομπρέλες, ψάθες, καρεκλάκια, ξαπλώστρες, τσατσάρες, κοτσιδάκια, καπελάκια, μπαντάνες και όλο και κάτι θα έχω ξεχάσει ακόμα είμαι σίγουρη, α! ναι το Sudoku μου και τη γνωστή βιογραφία της Χάϊσμιθ, ναι, αυτή που έχω ενάμιση χρόνο και δεν την τελείωσα ακόμα. Εγώ που ξεκινούσα και τελείωνα τα μπάνια από εθνική επέτειο σε εθνική επέτειο (25η Μαρτίου σε 28η Οκτωβρίου), τώρα και μόνο που ακούω θάλασσα τελείως συνειρμικά αρχίζω να πακετάρω όλα τα παραπάνω και να σιχτιρίζω την ώρα και τη στιγμή που δε ζω σε ένα βουνό στη μέση της ερήμου (υπάρχει άραγε τέτοιο;).

Το πρωί της αποφράδας μέρας με πήρε τηλέφωνο η έτερη γυναίκα της οικογένειας –κόρες δύο και αυτή, ανιψιές μου επίσης , ναι σωστά μετρήσατε έξη τα κορίτσια στην οικογένεια- και μου ζήτησε να πάω θέατρο με όλες, γιατί αυτή είχε δουλειά και εάν οι δικές της δεν πήγαιναν θα την έτρωγε η γκρίνια τους. Αρχαίο θέατρο λοιπόν και Ρουγγέρη. Είπα «εντάξει θα το κάνω», με το ίδιο ύφος που είχε ο Λεωνίδας όταν αποφάσισε να μείνει στις Θερμοπύλες, ο Παπαφλέσσας στο Μανιάκι και οι σοβαροί συγγραφείς σεναρίων όταν μιλάμε για τον Καπουτζίδη με επαινετικά λόγια.

Ο χώρος

Εμείς έχουμε ένα υπέροχο θέατρο, που το ανακαινίσαμε κιόλας, 300.000.000 δώσαμε και του βάλαμε παντού φώτα, να συντηρήσουμε το χώρο δεν φτάσανε τα λεφτά, έτσι ο ρόλος του πια είναι διπλός και εκπολιτίζει και γυμνάζει με μια κίνηση, αρκεί να επιβιώσεις είτε από τον ένα είτε από τον άλλο ρόλο. Να δείτε παράσταση του Αγαμέμνονα από Αμερικάνικο Πανεπιστήμιο με το κρανίο του Βασιλέως να περιφέρεται, με όψη που τύφλα να έχει η φάτσα εκείνου του παρανοϊκού στο Scream ανεξαρτήτως νούμερου και τότε ίσως μπορείτε να καταλάβετε τι ένοιωσε ο γέροντας Συμεών και τι έχουν δει τα ματάκια μας εκεί μέσα τα τελευταία χρόνια, που μαζικώς αποφάσισαν οι κατά καιρούς δημοτικές αρχές να μας εκπολιτίσουν. Από την άλλη να δείτε ταλαίπωρη να ανεβαίνει με τη γόβα και τι στο κόσμο. Στο τέλος κάθε παράστασης, οι ειδικά για αυτό το λόγο παρευρισκόμενες μονάδες διάσωσης, απεγκλωβίζουν ταλαίπωρες από όλες τις βαθμίδες του θεάτρου. Βέβαια το κάνουν πάντα αφού φύγει όλος ο κόσμος, διότι έτσι που έχουν σφηνώσει επιτελούν έργο, έτσι που έτσι που όταν οι υπόλοιποι κατρακυλάμε ή σκουντουφλάνε έχουμε αυτές να λειτουργούν σαν φυσικά εμπόδια και έτσι γλυτώνουμε από το χωρίς ελπίδα σωτηρίας κουτρουβάλιασμα.

Πήρα λοιπόν τον καλό μου, τα έξη σκασμένα, μια κούτα νερά Ζαγόρι, διότι επιτελούμε και το φιλανθρωπικό έργο μας, ευτυχώς τρόφιμα και άλλα συμπράγκαλα απαγορεύονται, τα εισιτήρια μας, τα προγράμματα μας, μπήκαμε στο αυτοκίνητο μας και φύγαμε για το θέατρο 9 παρά ένα ως κλασσικοί έλληνες που σέβονται τον εαυτό τους, γιατί εγώ από τις 4:00 ξεκίνησα να τις ντύνω και μέχρι τις εννιά αυτές ντύνονταν, παρκάραμε το αυτοκίνητο στο σπίτι μας και με τα πόδια ξαναγυρίσαμε στο θέατρο, διότι και το ομολογώ, εγώ εκτός από τη γαλατική μου καταγωγή στα γονίδια μου έχω και εγγραφές εκ του Κολοκοτρωνέϊκου και καβάλα πάω στο θέατρο καβάλα προσκυνάω και αφού παρκάρουμε το αμάξι συνεχίζω με τα πόδια, αλλά αυτό που μετράει είναι το να είναι κανείς σταθερός στις αρχές του, εάν βέβαια θέλει να έχει αρχές.

Εμείς λοιπόν και μερικοί δεκάδες ακόμα αλλόφρονες γονείς με τα βλαστάρια μας αρχίσαμε την μακρινή πορεία μας προς το Γολγοθά, συγνώμη προς εξασφάλιση της πολυπόθητης θέσης. Εγώ να σκούζω «μην τρέχετε θα γκρεμοτσακιστείτε», αυτές να τρέχουν και να μην γκρεμοτσακίζονται και γιατί να γκρεμοτσακιστούν δηλαδή, αφού κάθε τρεις και λίγο με μπλοζόν που θα ζήλευε και ολυμπιακών προδιαγραφών άλτης μαζεύαμε πότε το ένα πότε το άλλο από την γκρεμίλα, επιτέλους φτάσαμε στις πολυπόθητες κενές θέσεις. «Ωραία -γύρισα και είπα βαριανασαίνοντας προς τα παιδιά- καθίστε και εσύ -γυρίζοντας προς τον καλό μου- δώσε μου τη σημαία». Διότι εγώ έτσι είμαι, άμα δω κορυφή θέλω να της καρφώσω τη σημαία μας. Μου είπε «ξέχασα τη σημαία στο αμάξι να βάλουμε ένα μπουφάν;» Σιχτιρίζοντας αυτή την έλλειψη εθνικής συνείδησης από μεριάς του και έχοντας ήδη μειωμένες αντιδράσεις και μια δύσπνοια εκ του συνδυασμού κραυγών, ανηφόρας και κουρνιαχτού από τόσα πόδια που έτρεχαν και κλωτσούσαν και έσπρωχναν προς εξασφάλιση της καλύτερης θέσης, σωριάστηκα στη θέση μου ή έτσι νόμιζα η αλλόφρων μάνα. Διότι εκεί που θεωρητικά έπρεπε να είναι η θέση μου υπήρχε μια μεγάλη τρύπα με ένα τσουνί στη μέση. Τόσους αιώνες θέατρο τέτοιο «Οϊμένα» δεν είχα ξανακούσει. Σχεδόν τον ένοιωσα τον Σοφοκλή να κλαίει από τη χαρά του στον ώμο μου. Ένας πανικός σηκώθηκε, οι άντρες την ομάδας διάσωσης βγάλανε κάτι σφυρίχτρες και αρχίσανε να τρέχουνε σαν τρελοί προς το μέρος μας, οι άλλες, οι σφηνωμένες ντε, άρχισαν να διαμαρτύρονται, γιατί αυτές τις έβγαζαν πάντα στο τέλος αλλά για μένα ξεκίνησε μια επιχείρηση που εκείνη της Κιβωτού να ωχριά μπροστά της και μέσα σε ένα τέταρτο φτάσανε στη κορυφή, συγνώμη εκεί που είχαμε κατασκηνώσει εμείς. «Που είναι το θύμα;» ρώτησαν, ενώ ένας αστυνομικός που ακολουθούσε την όλη ομάδα, έπεσε πάνω στον καλό μου και του περνούσε χειροπέδες. Στην αναμπουμπούλα είχα και τη Νάσια που άρχισε να με ποτίζει, δηλαδή να ποτίζει ένα φυτό που υπήρχε δίπλα μου, γαϊδουράγκαθο το λένε νομίζω και εγώ ξανασιχτίρισα την οικολογική κατεύθυνση που προσπάθησα να δώσω στην οικογένεια………

Η συνέχεια και το τέλος αύριο το υπόσχομαι, καθότι η ώρα είναι 1:22 και η θερμοκρασία είναι στους 32 βαθμούς με άπνοια μέσα στο σπίτι.

2 σχόλια:

Mh Xeirotera είπε...

+ H green peace mazi sas :)

Ανώνυμος είπε...

Συγνωμη αλλα μετα το "οιμενα" γελασα πολυ
Οπως λεει και ο mhxeirotera H green peace μαζι σας
Γιωτα