
Η Μαριλένα –αυτή του Ανάργυρου και του Ρίκου, μπλογκοεδρεύουσα
εδώ- συχνά πυκνά τελευταία με όλη την ευγένεια που της έχει κληρονομηθεί εκ της οικογενείας της και της παιδείας της, ρωτά –θα το γράψω συνοπτικά, αλλά με σεβασμό στις παραπάνω αναφερθείσες αρετές της -
«πότε θα στρώσεις τον κώλο σου να δημοσιεύσεις καινούργιο post;». Εμένα με ξέρετε είμαι και φιλόξενο και δεκτικό και δοτικό άτομο, καθώς επίσης είμαι και αριστερή και ξανθιά με καμπύλες και θεωρητικιά του κράτους, που όσο να το κάνεις και αυτά βαρύνουν και έτσι το παρήγγειλε και θα το έχει και αμαρτίαν ουκ έχω και ας είχε μυαλό να πρόσεχε που λύσσαξε. Αυτά και άλλα επί του ιστορικού δεν έχω.
Συμπλήρωσα ένα χρόνο στο χώρο και η γνώμη μου παραμένει η ίδια. Αυτό που άλλαξε και το έχω ακροθιγώς οφείλω να πω θίξει, αλλά το έχω θίξει, είναι ότι άλλαξε τη ζωή μου σε ένα σημείο: στην άποψη μου για τις γυναίκες. Θεωρούσα ότι εγώ με γυναίκες, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δε μπορούσα να συνδιαλλαγώ. Τώρα εγώ δε μπορούσα, ο υπόλοιπος γυναικείος πληθυσμός πλην εμού και κανά δύο σαν εμού δε μπορούσε, θα σας γελάσω και δεν είναι μέσα στις προθέσεις μου κάτι τέτοιο. Απλά δε μπορούσα.
Και ξαφνικά χωρίς να το καταλάβω και σχεδόν από την αρχή Ραλλούς προεξέχουσας μία, μία σε απόλυτη αρμονία μεταξύ τους, συμπληρώνοντας θαρρείς ένα παζλ , από εκείνα τα λειψά της ζωής μου, απαραίτητα όμως για να αποκτήσει μια ακόμα πλευρά- έτσι φαινομενικά από το πουθενά φάνηκαν όλες τους. Για πρώτη φορά απόκτησα μια εικόνα ενός χώρου που να «ζω» σε αυτόν και με τους άντρες σχεδόν απόντες από την εικόνα. Ή μάλλον για να είμαι σαφής και δίκαιη με απούσα εκείνη την πλειοψηφία αντρών που είχα μάθει μέχρι τώρα να συνδιαλέγομαι. Στην αρχή με παραξένεψε για να είμαι ειλικρινής αυτό. Γρήγορα όμως και περιδιαβαίνοντας τα αντρικά blog έζησα ένα άλλο ψιλοπροσωπικό σοκ. Μοιάζαν οι περισσότεροι τόσο με τους άντρες μου. Γράφαν όπως μιλούσαν οι άντρες μου όλα αυτά τα χρόνια, απαντούσαν όπως ακριβώς απαντούσαν οι άντρες μου όλα αυτά τα χρόνια, αντιμετώπιζαν τα πράγματα ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που είχα μάθει να αναγνωρίζω και να χρησιμοποιώ και εγώ όλα αυτά τα χρόνια και βέβαια ο μόνος τρόπος για να επιβιώσεις εντός και εκτός εισαγωγικών στο χώρο τους ήταν όχι τόσο η υιοθέτηση των απόψεων τους, όσο η πλήρης υιοθέτηση και των κανόνων που αφορούν στο ύφος γραφής, αλλιώς απλά δε χωρούσες εκεί μέσα. Και για πρώτη φορά, ίσως επειδή πια το έβλεπα γραμμένο με τα πρόσωπα απόντα, δεν ήταν καθόλου γοητευτικό ή απελευθερωτικό σαν επιλογή έκφρασης και τόσο μα τόσο προβλέψιμο και επαναλαμβανόμενο. Μη παρεξηγηθούμε δεν κατηγορώ κάποιον, πως θα μπορούσα άλλωστε, θα ήταν σα να στρεφόμουν εναντίον μου, άσε που με την κλιμακτήριο στη πόρτα μου το τελευταίο που χρειάζομαι είναι μια ακόμα κρίση ταυτότητας (ορίστε το λέω πρώτη ότι είμαι στην κλιμακτήριο, έτσι για να σας στερήσω τη χαρά να το καταλάβετε μόνοι σας, μη γελάτε το έχω διαβάσει και αυτό περί γραφής και κλιμακτηρίου στα blog). Να το πω απλουστευτικά απλά δεν είχε πλάκα πια όπως παλιά.
Από την άλλη η «είσοδος» αυτών των γυναικών στο χώρο μου με βρήκε αμήχανη και ελαφρά ανίκανη να την εξηγήσω. Εγώ και αυτές. Με τις περισσότερες έμοιαζα να μην ταιριάζουμε έτσι απλά σα γραφές στην αρχή. Έβρισκα όλα όσα έγραφα πολύ απλουστευτικά για το είδος γραφής που αντιπροσώπευε η κάθε μια από αυτές. Όχι μόνο σε επίπεδο ύφους γραφής αλλά και περιεχομένου. Μη με παρεξηγήσετε δεν ταλανίζομαι από υπαρξιακές ανησυχίες σχετικά με τις συγγραφικές μου και όχι μόνο ικανότητες και η τελευταία φορά που αντιμετώπισα μια κρίση μεγαλείου ήταν όταν η Νάσια μπόρεσε και έμαθε τη προπαίδεια του 8, απλά έμοιαζε εγώ και αυτές και σαν γραφή και σαν επιλογές ζωής να ερχόμασταν από αλλού και σαφέστατα αλλού να πηγαίνουμε. Και όμως οι δρόμοι μας διασταυρώθηκαν και αυτό είναι ένα από τα καλά μου συνέβη και σα τέτοιο το αφήνω να ίπταται και εύχομαι ποτέ να μη πέσει κάτω.
Και επειδή αφενός παράγινα μελό, αφετέρου ξέρετε πόσο με ενοχλεί το να πλατειάζω συνοψίζω (να σας πω ότι ξέρω τι συνοψίζω ψέμματα θα είναι) και αφού χαμήλωσα το κοτόπουλο στη χύτρα, διότι εμείς κάνουμε οικογενειακώς "διατροφή" και σήμερα Πέμπτη τρώμε κοτόπουλο (βασικά έπρεπε να τρώμε ψαρόσουπα, αλλά πιστοί στα ήθη και στις παραδόσεις που με αυτές γαλουχήθηκαν γενιές και γενιές, αντιβίωση με ψαρόσουπα δε πίνουμε και σχόλια δε θέλω επ΄ αυτής της επιστημονικής άποψης, πλήρως τεκμηριωμένης αφού το έλεγε η γιαγιά μου), αύριο πάλι τρώμε φακές και άμα ενδιαφέρεστε να σας τη στείλω, τη "διατροφή" όχι τη χύτρα, γιατί εγώ δένομαι με τις χύτρες μου και με τα μαχαίρια επίσης. Δε ξέρω εάν το έχετε προσέξει αλλά άμα ψιλοασχολήστε με τη κουζίνα, όχι ως μπογιατζής, ή τεχνικός ηλεκτρικών κουζινών, ως μαγείρισσα εννοώ ανεξαρτήτως σταδίου, αποκτάς εμμονές με κάποια από τα συμπράγκαλά της και το μαχαίρι είναι ένα από αυτά, ένα άλλο π.χ. είναι ένας καλός σύντροφος με εμμονή στους καθαρούς πάγκους κουζίνας, τόσο ώστε να βάζει αυτός πλυντήριο πιάτων και να μαζεύει και ότι κυκλοφορεί περιττό πάνω τους, εάν και ποτέ δεν κατάλαβα την εμμονή του δικού μου να θεωρεί ότι τα μόνο χαρτικά που επιτρέπονται να βρίσκονται πάνω σε ένα πάγκο κουζίνας είναι το χαρτί κουζίνας και αυτό όχι πάνω στο πάγκο, αλλά στην ειδική για αυτό θέση του, αλλά και αυτά αποτελούν θέμα ενός άλλου ποστ, σα να βλέπω το τίτλο "την καντεμιά μέσα που σε άφησα να βάλεις καράρα στον πάγκο» και μην το προσπερνάτε αυτό το «καράρα» έτσι καθότι είναι μια πονεμένη ιστορία για το σπίτι μας αυτό, αλλά επειδή αφορά την περίοδο που το φτιάχναμε και που ακόμα δε λέμε να την ξεπεράσουμε ώστε να μπορέσουμε και να μιλήσουμε για αυτήν, αυτό το συγκεκριμένο ποστ θα αργήσει πολύ να σκάσει μύτη στο blog...
Γιατί τα γράφω όλα αυτά; Έλα 'μ ντε ;;;;;
Και το καλύτερο:
Συνεχίζεται με τους «άντρες μου»
(Στίχοι: Φτάσαμε στα ανείπωτα, μη πετάξεις τίποτα...)